Περιμένω τις συνεισφορές σας
Γ. ΡΙΤΣΟΣ έγραψε: ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΑΞΙΔΙΟΥ
Μια ολόκληρη μέρα ταξιδέψαμε σε ακρογιαλιές ξεχασμένες.
Βάρκες,κολυμβητές,ένα κόκκινο ορόσημο, μια γυμνή γυναίκα,
ο εκσκαφέας τυλιγμένος σ'ενα μεγάλο κατάλευκο νάυλον,
ένα ξενοδοχείο με περιστύλιο κάτω από τα δέντρα.Το κίτρινο πουλί
κοίταξε αλλού χάθηκε η σκιά του καρφώθηκε στο δρόμο.Τότε
φάνηκαν στάλες από αίμα ψαριού στη μαρμάρινη σκάλα.Η γυναίκα
είχε τρομάξει.Τα παιδιά φωνάζανε κάτω στη θάλασσα.Κούραση
κι έρωτας.
Ώσπου ήρθε το βράδυ με ήσυχα φώτα σε παράθυρα και πλοία
μέσα σε μια βαθιά ελαφρότητα κάπως θλιμμένη,χορτασμένη από
γαλάζιο τίποτα.
ΠΡΩΙΝΟ ΣΤΟ ΣΑΛΕΡΝΟ,ΙΙ
Ποια πρόκληση να κρύβεται πίσω απ αυτό το φως, μειλίχιο δήθεν;
Στους δρόμους
κυκλοφορούν μόνο αγόρια κι άντρες.Οι ωραίες γυναίκες
κοιμούνται ακόμη στις καμπίνες των πλοίων,κουρασμένες
από κολύμπι κι έρωτα.Η πρωινή θαλασσινή υγρασία
τους νοτίζει τ' ανάστατα μαλλιά,πιασμένα στα ματόκλαδά τους
και στα χείλη,
ενώ πίσω απ΄τα χνωτισμένα τζάμια του μεγάλου καφενείου
άνεργη η ποίηση παρατηρεί με κάποιαν αόριστη θλίψη
σημειώνοντας στο κουτί των τσιγάρων μου μικρούς αριθμούς-
την τιμή του καφέ,του παγωτού,των φουντουκιών,της βενζίνας
και την τιμή των καθυστερημένων ,ανείπωτων λέξεων.
Από τη Συλλογή "Ο Κόσμος Είναι Ένας"(1978-1980)
C. BΑUDELAIRE -(Μετάφραση Νίκου Εγγονόπουλου) έγραψε: ΜΕΘΑΤΕ
Πρέπει να είμαστε όλο μεθυσμένοι.Είναι το παν:η μόνη λύσις.Για να μη μας βαραίνει το φρικτό φορτίο του Χρόνου,που μας τσακίζει και μας σπρώχνει στη γης,πρέπει ένα μεθύσι δίχως τελειωμό.
Μα με τι; Με κρασί, με ποίηση ή μ'αρετή,διαλέχτε.
Όμως, μεθάτε.
Κι αν κάποτες ξυπνήσετε, ίσως πάνω σε σκάλες αναχτόρου, στο χλωρό χορτάρι μιας τάφρου,μέσα στη μοναξιά της ίδιας κάμαρής σας,και νιώσετε πως το μεθύσι σας σας πέρασε, ή κιόλα,πως κοντεύει να περάσει, τότε ρωτήστε τον άνεμο, το κύμα,τ' άστρο,το πουλί,και το ρολόγι,το κάθετί που φεύγει ,κλαίει, που τραγουδάει,που μιλεί ,τι ώρα να ναι. Θε να σας πουν,κι ο άνεμος,και τ΄άστρο ,το ρολόι και το πουλί:"Είναι η ώρα για το μεθύσι.Για να μην είσαστε οι ανελέητοι σκλάβοι του Χρόνου, μεθάτε ,μεθάτε δίχως τελειωμό.Με κρασί, με ποίηση ή μ'αρετή ,διαλέχτε".
ΤΟ ΛΙΜΑΝΙ
'Ενα λιμάνι είναι ένας τόπος όλο χάρες,για μια ψυχή που απόκαμε από τη σκληρή την πάλη της ζωής. Η άπλα τ 'ουρανού , η διαβατάρικια των συννέφων αρχιτεκτονική, της θάλασσας η ατέλειωτη εναλλαγή των αποχρώσεων,των φάρων τα λαμπρα φωτοβολήματα,είναι ένα πρίσμα θαυματουργό όπου δίνει πάντα χαρά στα μάτια δίχως ναν τα κουράσει ποτέ.Τα σχήματα τα ευγενικά των καραβιών, με τις περίπλοκες αρματωσιές, καθώς σαλεύουνε στο κύμα αρμονικά,διατηρούνε συνεχώς,μεσ' στην ψυχή ,το αίσθημα της ευμορφίας και του ρυθμού. Κι είναι,πριν απ όλα,μιαν ηδονή μυστηριώδης κι υψηλή, για κείνον που δεν του μείναν πια ούτε φιλοδοξίες ούτε περιέργειες, να κοιτάζει, ξαπλωμένος πάνω στη βίγλα ή ακουμπισμένος ήρεμα στο παραπέτασμα της προκυμαίας, όλη τούτη την κίνηση αυτών που επιστρέφουν κι αυτών που φεύγουν, αυτών που έχουν ακόμη τη δύναμη και θέλουν κάτι, τον πόθο να ταξιδέψουν και να πλουτίσουν.